Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

ΕΝ ΤΩ ΜΕΤΑΞΥ ΣΤΙΣ "ΑΚΡΕΣ"…ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΙΕΡΕΑ

undefined

ΕΝ ΤΩ ΜΕΤΑΞΥ ΣΤΙΣ "ΑΚΡΕΣ"…

ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΙΕΡΕΑ

Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση


Τα κείμενα που ακολουθούν αξίζουν την ιδιαίτερη προσοχή μας. Είναι επιλογή από ημερολογιακές σελί­δες, που ο συγγραφέας τους, εφημέριος σε ακριτική πε­ριοχή της πατρίδας μας. Έχουν ένα προσωπικό χαρακτήρα και δίνουν την πνευματική εικόνα των ακριτικών ενοριών, παρουσιάζοντας και το αναίμακτο μαρτύριο των λιγοστών ιερέων που δια­κονούν σ' αυτές. Η εικόνα που αναδύεται άπ' τις σε­λίδες αυτές ίσως δεν ξενίζει τους αναγνώστες, πάντως είναι αφορμή προβληματισμού, προσευχής και πράξης. Περισσότερα έργα του π.Διονυσίου Τάτση θα βρείτε εδώ.


Έκφραση αγωνίας

Κύριε, στην εποχή μας

τα απολωλότα γίναμε ενενήντα εννιά!

Το ένα είναι κοντά σου.

Ανησυχώ για τον ποιμένα και το ποίμνιο, για τον εαυτό μου και τις ψυχές των αδελφών μου. Λυπάμαι που σε μας τους κληρικούς περισσεύει το όπλο της αερομαχίας και λείπει η ρά­βδος της αγάπης, η ποιμενική.

Βιάζω τον εαυτό μου να μένω απαθής στα καμώματα του εκάστοτε καίσαρα. Δεν το πετυχαίνω πάντα. Σχημάτισα την πε­ποίθηση ότι σχεδόν όλοι που κυβέρνησαν το νεοελληνικό κρά­τος, ήταν άνθρωποι χωρίς φόβο Θεού. Δεν ελπίζω ότι αύριο θα είναι καλύτεροι. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται.

Συγκινούμαι από τους μοναχούς, από το λυπημένο πρό­σωπό τους, από το τριμμένο κομποσχοίνι τους, από το λυωμένο ράσο τους, από το κομμένο τους θέλημα, από τη γενική αγάπη τους. Με τα ίδια χαρακτηριστικά θέλω και τους επισκόπους, δίχως το εγκόσμιο κύρος, με την επιβολή της απλής τους συμπεριφοράς και της απέραντης φιλανθρωπίας, με το λόγο της παρηγοριάς και της μετριοπάθειας.

Ο λόγος ενός ερημίτη του Άθω ξαναγεμίζει τις "πεσμένες μπαταρίες μου". Εκεί καταφεύγω σε καιρό καταιγίδων. Βαρυαλγώ όταν βλέπω να ερειπώνονται τα παλιά μοναστήρια και να χάνονται τα αγιασμένα εικονίσματα.

Σε τούτο το σημειωματάριο δεν διατυπώνω θεωρίες. Προτιμώ την πρακτική οδό που είναι επί της γης, γιατί με τις θεωρίες δεν συνεννοούμαστε και όλοι γινόμαστε δάσκαλοι. Γράφω εκείνα που με κάνουν ν' αγωνιώ. Τα σημειώνω γυμνά, χωρίς να τα ντύνω με ρούχα που δε μου ταιριάζουν. Μισώ τα υποκριτικά και συμβατικά γραπτά, αυτά που έχουν καθιερωθεί σε Ιερούς αλλά και σε ανίερους χώρους και καλλιεργούν την ψευδαίσθηση ότι βασιλεύει στους ανθρώπους η αγάπη, ενώ το πολικό ψύχος της καρδιάς δε μας επιτρέπει να βλέπουμε τον όποιο άνθρωπο σαν εικόνα τού Θεού.

Αναφέρομαι σε υπαρκτά πρόσωπα και σε πραγματικά γε­γονότα, χωρίς να δίνω επαρκή στοιχεία που θα γίνονται αφορμή να κατακριθώ ότι ελέγχω και μειώνω πνευματικά τους ενορίτες μου. Προκαταβολικά χρειάζεται να κάνω μια δήλωση: καταγράφοντας την ολιγόχρονη ποιμαντική μου πείρα δεν πε­ριορίζομαι σε μια ενορία, αλλά σε περισσότερες όσες εξυπηρέτησα κατά την δεκαετία 1974-84. Σκοπός μου είναι να γίνουν και άλλοι κοινωνοί της δικής μου αγωνίας, να πονέσουν μαζί μου, χωρίς φυσικά ν' απελπιστούν. Γιατί αν απελπιστούν οι ποιμένες, τότε τι θα γίνει; Το ποίμνιο θ' απολεσθεί.


Μαρτύριο

Καθημερινά διαπιστώνω ότι χάνονται ψυχές. Μια απλοϊκή και πάσχουσα από αμνησία γερόντισσα μου είπε την ώρα που χτυπούσα την καμπάνα για εσπερινό:

-Βαρέσεις δε βαρέσεις, δε σου’ ρχεται κανένας στην εκκλησιά.

-Δεν πειράζει, ψιθύρισα.

Όλο το βράδυ στριφογύριζε στο μυαλό μου η κουβέντα της γριάς. Μου είπε μια πικρή αλήθεια. Αγωνίζομαι ν’ αντιμετωπίζω την αδιαφορία τού ποιμνίου μου σε αισιόδοξη υπομονή. Απορρίπτω τα λογικά επιχειρήματά μου, τις εύκο­λες κρίσεις, τις καταδικαστικές αποφάσεις. Δεν εκδηλώνομαι. Το μαρτύριό μου τους είναι άγνωστο.



Περιττά και επικίνδυνα

...Η τάση των ενοριτών μου να με επαινούν, ποτέ δε με χαροποίησε. Τους κόβω τη φόρα με διάφορα αστεία. Φυσικά θα σταματούσαν τα εγκώμια αν γνώριζαν τα "άδηλα και τα κρύφια" της ψυχής μου.


Στην καμπή της ζωής

Ο χειμώνας είναι φοβερός στη μικρή μου ενορία. Όχι τό­σο από τις καιρικές συνθήκες, όσο από την έλλειψη ανθρώπων.

Το απόγευμα σημαίνω για εσπερινό. Με συνοδεύει παντού η ερημιά. Μόνο μέσα στο ναό κουβεντιάζω με τους Αγίους. Έξω βουβαμάρα. Οι λίγοι γέροντες του χωριού είναι τρυπω­μένοι στα σπιτάκια τους. Κάπου κάπου ξεμυτάει καμιά αλαφιασμένη γυναικούλα που τρέχει στο τηλεφωνείο, γιατί έχασε την ηρεμία της από κάποιο άσχημο όνειρο, θέλει να ησυχάσει μέσω τού τηλεφώνου. Τις περισσότερες όμως φορές είναι χαλασμένο και δε φέρνει μηνύματα. Υπάρχουν τρεις τέσ­σερις που κρέμονται από το σύρμα. Τους λυπάμαι.

Οι κάπως νεότεροι γέροντες βγαίνουν στο καφενείο, πο­λιτικολογούν και επαναλαμβάνουν για μυριοστή φορά τις ισχνές ιδέες τους και γύρω στις οχτώ κρύβονται και αυτοί στα σπίτια τους.

Κάποια ψυχούλα μου είπε πολλές φορές, ότι προτού να κοιμηθεί σταυροκοπιέται προς τα τέσσερα σημεία τού ορίζοντα. Κι άλλες θα κάνουν το ίδιο. Αλλά η νύχτα είναι θά­λασσα και η τηλεόραση σηκώνει κύματα. Χάνουν την ησυχία τους. Η ευαισθησία της ψυχής εξανεμίζεται από τις εικόνες και τους ήχους. Κι όμως την τηλεόραση τη θέλουν.


Ζυμωμένος με το θάνατο

Οι ταξιδεμένοι είναι πολύ δεμένοι με το χωριό τους. Κοινό γνώρισμα των Ηπειρωτών. Αγαπάμε τα βράχια μας κι ας είναι αφιλόξενα, θέλουμε εκεί να τελειώσει ο δρόμος της επίγειας ζωής. Αφήνουν λοιπόν οι απόδημοι τελευταία επιθυμία να τους "χωματώσουν" στη γενέτειρα. Έτσι επιστρέφουν για μό­νιμη κατοίκηση...

Στις πόλεις όπου ζούσαν δεν είχαν καμιά σύνδεση με την ενορία τους. Οι περισσότεροι μάλιστα δεν γνώριζαν καν σε ποια ενορία ανήκαν.

Κάθε φορά που γνωστοποιείται στο χωριό κάποιος θάνα­τος, σημαίνει η καμπάνα πένθιμα. Η λύπη γίνεται κοινή. Και πάντα επιστροφή στη γενέτειρα. Όταν πρωτοήρθα στην ενορία μου, μια νέα γυναίκα με ενημέρωσε: Εδώ. πάτερ, κάθε δεκα­πέντε μέρες θα χτυπάει η καμπάνα πένθιμα! Ο λόγος της επαληθεύτηκε.

Απόκτησα ειδίκευση στη ...νεκρώσιμη ποιμαντική. Οι πε­ρισσότεροι περιλειπόμενοι δεν προσδοκούν ανάστασιν νεκρών. Κατευοδώνουν τους συγγενείς τους και δεν προβλη­ματίζονται. Πενθώ περισσότερο τους ζωντανούς.


"...και άγρα ουδαμού"

Κάποτε μίλησα στους ενορίτες μου για το καθήκον τού εκκλησιασμού. Σχημάτισα τη γνώμη ότι τουλάχιστον οι καλο­προαίρετοι, δηλαδή οι περισσότεροι, έχουν πεισθεί. Απεκόμι­σα όμως και μιαν ακόμη θλίψη. Κανέναν δεν έπιασε το δίχτυ μου. Την επόμενη Κυριακή συναντηθήκαμε στην εκκλησία μόνο οι τακτικοί.

Μολοντούτο δεν θέλω να πιστέψω ότι οι προσπάθειές μου πηγαίνουν χαμένες. Ο σπόρος πέφτει και οι συνειδήσεις αργοξυπνούν. ‘Ο Χριστός δουλεύει μέσα στην ψυχή τους’, όπως λέει ένας αββάς τού Άθωνα.

Ανυπομονώ να δω την καρποφορία που θα τονώσει την αποσταμένη υπομονή μου.


Οι κρίκοι που χάθηκαν

Οι απασχολήσεις των ενοριτών μου εξαντλούνται σε με­ρικά κηπάρια γύρω από το χωριό και σε δυο τρεις κατσίκες το κάθε σπίτι. Δουλειές χωρίς απόδοση. Ωστόσο αυτές οι μικροεργασίες δεν τους αφήνουν να εκκλησιάζονται τακτικά. Μερι­κοί έχουν χάσει τις μέρες. Γιορτή-καθημερινή τα ίδια. Οι κωδωνοκρουσίες δεν αλλάζουν το πρόγραμμα. Όχι πως όλοι οι ενορίτες μου είναι αδιάφοροι θρησκευτικώς. Συνήθισαν όμως άσχημα. Το φαινόμενο αυτό οφείλεται πρώτιστα στο γεγονός ότι στην ενορία μου από το 1940 μέχρι το 1974 δεν εγκαταστάθηκε μόνιμος ιερέας. Έτσι κόπηκε η αλυσίδα της θρησκευτικής παράδοσης. Σε ποιόν να επιρρίψω τις ευθύνες; Προτιμότερο νομίζω είναι να τις μοιραστούμε οι κληρικοί μαζί με τους λαϊκούς. Ίσως τότε πλησιάσουμε την αλήθεια.

Με βασανίζει το ερώτημα: ποιος θα αντικαταστήσει τους κρίκους; Τ' ομολογώ ότι πολλές φορές προσπάθησα. Δοκίμασα πίκρα, έχυσα δάκρυ. Δεν κατάφερα π.χ. τις γυναίκες να φέρ­νουν στην εκκλησία πρόσφορα. Να συνεχίσουν γενικότερα τη θρησκευτική παράδοση.

Οι εργασίες των ενοριτών μου αναστέλλονται όταν έχουμε μνημόσυνα. Τότε όλοι γενικά, συγγενείς και μη, έρχονται στην εκκλησία. Κάτι τέτοιες ευκαιρίες περιμένω για να τους πω δυο λόγια. Όποια άλλη φορά θέλησα να μιλήσω απέτυχα, γιατί τα στασίδια ήταν άδεια.

Περιμένω με ...χαρά τα μνημόσυνα.


Διασκέδαση με τα πολιτικά

Όσες φορές κάθομαι στο καφενείο, ακούω και πολιτικά. Το 'χουν στο αίμα τους οι Έλληνες. Τηρώ μια τακτική που πολλοί συνάδελφοί μου αμφισβητούν την ορθότητά της. Προ­τού σημειώσω την τακτική μου, θέλω να προλάβω μια παρεξή­γηση: θα είναι λάθος να συμπεράνει κάποιος πως είμαι και­ροσκόπος και "ετεροζυγών". Στα πολιτικά είμαι χαλαρός τόσο, όσο και οι ίδιοι οι πολιτικοί. Γιατί να γίνω δύσκαμπτος και να χάσω τις αισθήσεις μου; Για μένα είναι απαράδεκτος ο πολιτικός φανατισμός τού κληρικού. Δυστυχώς βλέπω συχνά κληρικούς, που είναι ευαίσθητοι στα πολιτικά, που τάσσονται με το άλφα κόμμα και συγχέουν τα καθήκοντα τους... Δεν πί­στεψα ποτέ ότι είναι ειλικρινές αυτό που λένε μερικοί επίσκοποι, πως τάχα ο κλήρος είναι υπεράνω κομμάτων. Η ποιμαντική μας τακτική μας αποκαλύπτει. Δυστυχώς πάρα πολλοί άνθρωποι μας έχουν ταυτίσει με μια δεξιά παράταξη... Όσοι έχουν μνήμη θα συμφωνήσουν με το λόγο μου: Οι πολι­τικοί δεν καυχώνται για την αγάπη τους προς την Εκκλησία. Σχεδόν όλοι. Διαφέρουν μόνο στο τρόπο λύσεως του "προβλή­ματος" που λέγεται Εκκλησία. Άλλοι ακολουθούν το δρόμο της αδιαφορίας και άλλοι της επιθέσεως. Και οι δυο τσακίζουν τα κόκκαλά μας. Δεν είναι λιγότερο φοβερή η υποκριτική αδιαφορία.

Δεν πιστεύω πια στις δηλώσεις των πολιτικών. Είναι αδίστακτες. Εμφανίζουν όψιμους "προστάτες", γι' αυτό η Εκκλησία δεν πρέπει να συγκινείται. Καθόλου. Οι χριστιανοί θα έχουν διαρκές παράπονο από τους πολιτικούς όλων των αποχρώσεων. Το παρελθόν έχει θέσει τα θεμέλια για ένα πα­νομοιότυπο μέλλον! Ας μη δακρύσουμε όμως. Το δικό μας πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει.


Δυσκίνητοι

Οι ενορίτες μου είναι δυσκίνητοι προς την εκκλησία. Αντίθετα είναι ευκίνητοι, όταν έρχεται στο χωριό ο ταχυδρό­μος ή ο γιατρός. Στον πρώτο γιατί φέρνει τις συντάξεις, στον δεύτερο για να προμηθευτούν το στήριγμα των γερατειών τους, τα φάρμακα. Ξετρυπώνουν τότε και οι πιο απόκοσμοι, εμφανίζονται κι εκείνοι που ολοχρονίς χάνονται με τις "γαίγες" τους στις έρημες κακοτοπιές.

Μερικοί από τους γέροντες παρόλο που παίρνουν ικανοποιητικές συντάξεις, δεν περνούν καλύτερα άπ' ό,τι πα­λιότερα, τότε που λέγανε το ψωμί ψωμάκι. Κομποδένουν σφι­χτά τα χαρτονομίσματα και πιστεύουν ότι παρατείνουν τη ζωή τους. Σκοπός τού βίου, το μεγάλωμα του κομποδέματος. Αυτό δυστυχώς το παθαίνουμε κι εμείς οι κληρικοί, που είμαστε σε θέση και τα Ιερότερα της θρησκείας μας να τα εξαρτήσουμε από το τι θα μας δώσουν οι χριστιανοί. Δεν θέλω να πιστέψω ότι η παροιμία τού λαού που λέει πως "ο παπάς είναι αμπάρι..." βρίσκει εφαρμογή στην πλειονότητα των Ιερέων.

Με πικρία διαπιστώνω ότι οι ενορίτες μου δεν διψούν τον ουρανό. Κάποια κρούστα που σχηματίστηκε στην ψυχή τους πρέπει να σπάσει, να λιώσει, για να μαλακώσει το έδαφος...


Αμάθεια και προκατάληψη

Οι περισσότεροι από τους γέροντες ενορίτες μου έζησαν στην Αθήνα επί τριάντα συνεχή χρόνια, δουλεύοντας σε φούρ­νους. Αυτοί οι παλαίμαχοι αρτεργάτες ομοφωνούν στο ότι οι εργοδότες τους αδικούσαν και υπέφεραν άπ' αυτούς τα πάν­δεινα.

Είναι αλήθεια, το άκουσα από πολλούς, ότι τότε οι συν­θήκες εργασίας ήταν φρικτές. Επιπλέον δεν είχαν κοντά τις οικογένειές τους. Εργένηδες σε δύσκολες και εμπόλεμες περιό­δους της ιστορίας της πατρίδας.

Τα χρόνια εκείνα που δούλευαν στην Αθήνα δεν πήγαιναν στην Εκκλησία. Ούτε στις μεγάλες γιορτές. Ακόμη και την ώρα που περιφερόταν ο Επιτάφιος ή γινόταν η Ανάσταση, αυτοί φούρνιζαν και ξεφούρνιζαν. Ό,τι θρησκευτικό έχουν στην ψυ­χή τους κατάγεται από τα παιδικά τους χρόνια. Έζησαν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα κενό από κάθε θρησκευτική εμπειρία.

Παρόμοια ψυχική ερήμωση βασανίζει σχεδόν όλους εκείνους που εγκαταστάθηκαν στις μεγαλουπόλεις. Παντελής αποσύνδεση από την Εκκλησία.

Κατά παράδοξο τρόπο έχουν σχηματίσει απίθανες ιδέες, που είναι καταλυτικές για την Εκκλησία και τους ιερείς. Όλοι μου διηγούνται σκάνδαλα κληρικών. Δεν έχουν γνωρίσει άξιους λειτουργούς του Υψίστου. Απορώ! Δίνω και μια εξήγηση: Το σκάνδαλο έχει κουδούνια και γνωστοποιείται εύκολα. Το αγαθό έργο είναι ταπεινό, άφωνο, περνάει απαρατήρητο. Το πρώτο το προσέχουν εύκολα οι άνθρωποι, ενώ το δεύτερο απαιτεί πνευματική αίσθηση, την οποία δεν δια­θέτουν οι πολλοί και έτσι δε μπορούν καν να υποψιαστούν τον άξιο κληρικό που δεν κάνει θόρυβο.

Άλλοι πάλι θεωρούν περιττά μερικά μυστήρια, όπως την εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία, θυμούμαι συγκεκριμένα έναν ενορίτη μου που επίμονα μου έλεγε ότι την εξομολόγηση την είχε επιβάλει στους χριστιανούς ο τούρκος κατακτητής, για να μαθαίνει τα μυστικά τους σχέδια! Δηλαδή οι παπάδες ήταν προδότες! Και συμπέραινε ότι τώρα πια δεν χρειάζεται η εξομολόγηση. Έμεινε αμετάπειστος παρόλες τις προσπάθειες μου.

Ο σημερινός κόσμος θέλει τον παπά να πρωτοστατεί σε έργα εξωραϊσμού του χωριού. Μόνο τότε είναι άξιος, θέλουν να καταντήσει βοηθός του προέδρου. Και αν τύχει ο πρόεδρος να είναι ζαβός και κομματικοποιημένος, τότε πρέπει να χάσει και τη φωνή του. Συναντώ στα διάφορα χωριά περιπτώσεις προέδρων, που μου έρχεται να κλάψω. Είναι πολύ άσχημο να μπλεχτεί ο παπάς στα γρανάζια ενός στενοκέφαλου προέδρου.


«Ουαί υμίν...»

Σε δύσκολη θέση βρέθηκα δυο τρεις φορές, όταν μερικοί ευσεβοφανείς θέλησαν να με "περιθάλψουν". Φιλοφρονήσεις, ηθικολογίες, απανωτά ναι ναι, προσκλήσεις για φιλοξενίες και άλλα υποκριτικά καμώματα. Ένας μάλιστα είχε στείλει και στον επίσκοπο επαινετική επιστολή. Άλλος πάλι με ρωτούσε να τού πω τι να γράψει για να με επαινέσει στον επίσκοπο!

Γρήγορα όμως αυτοί οι άνθρωποι αποδείχτηκαν εχθροί μου. Τι να πω! Ο Θεός να με συγχωρέσει, ποτέ μου δεν συγκι­νήθηκα από αυτούς. Εγώ δεν συμπαθώ τα φουσκωμένα λόγια. Οι ιδιοτελείς υποκριτές λένε πολλά, για να πετύχουν τους σκο­πούς τους, που φυσικά δεν είναι ευσεβείς.

Πάντα οι φαρισαίοι ήταν αντιπαθητικοί, γι' αυτό ο Χρι­στός τους είπε εκείνα τα φοβερά ουαί. Οι σκέψεις τους είναι πολύπλοκες και ...εμπορικές. Συχνά κολλάνε και στο παγκάρι με την ιδιότητα τού ισόβιου επίτροπου! Τότε δημιουργούνται προβλήματα και οξύτητες. Η ευκαμψία τους χάνεται, η "ευσέβειά" τους εξατμίζεται και αρχίζουν οι διαβολές και οι πολυσέλιδες αναφορές...


Οι αλιβάνιστοι

Μια δεκάδα ενοριτών μου δεν έρχεται στην εκκλησία. Πο­τέ. Σ' αυτούς δεν "πιάνουν" τα λόγια, ούτε φυσικά τους συγκι­νεί η καμπάνα. Είναι όμως απαιτητικοί. Ζητούν απίθανα πράγ­ματα που δεν τους αξίζουν, θυμούμαι μια περίπτωση: Είχαμε πάρει απόφαση να χτίσουμε ένα εκκλησάκι σε εκκλησιαστικό χώρο, όπου παλιά υπήρχε η Αγία Παρασκευή. Ένας ενορίτης μου έγινε εκτός εαυτού, γιατί με την εκκλησία που θα χτίζαμε λιγόστευε ο χώρος που αυθαίρετα χρησιμοποιούσε για αλώνι και ζωοστάσι. Διεκδικούσε τα ...δικαιώματα του δυναμικά.

Ένας άλλος πάλι εξεδήλωσε την "ευλάβειά" του και εξοργίστηκε, γιατί η εκκλησία που θα χτίζαμε δεν θα αφιερωνόταν στην Αγία Παρασκευή. Ενόχλησε μάλιστα δυο φορές και τον επίσκοπο για την υπόθεση. Ο δεύτερος φαινόταν πως είχε δίκιο. Αποδείχτηκε όμως ότι η ευαισθησία του ικανοποιούσε προσωπικές διαφορές με τον κτίτορα της νέας εκκλησίας.

Κάποιος τρίτος ήθελε να σημαίνω ακριβώς στην ώρα την καμπάνα, για να διορθώνει το ρολόι του!

Είναι πολλές και οι περιπτώσεις ανθρώπων που αυτοδιορίζονται εκκλησιαστικό συμβούλιο και θέλουν να μας πουν τι και πως, την ώρα που ποτέ ο οβολός τους δεν ήχησε στο δίσκο της εκκλησίας. Τέτοιους ανθρώπους είναι δύσκολο να τους αντιμετωπίσω με επιτυχία.

Βλέπω μπερδεμένους τους ενορίτες μου. Κουβάρι που δεν έχει αρχή και τέλος είναι οι υποθέσεις τους. Ανυποχώρητοι καθώς είναι, κανένας δεν καίει λίγο θυμίαμα για να φύγει ο διάβολος. Δεν πείθονται. Ελάχιστες φορές θέλησαν να με ανακατέψουν σε μικροϋποθέσεις τους. Τους συνιστούσα υποχωρητικότητα.


Χειμωνιάτικες ώρες

27 Νοεμβρίου. Κυριακή πρωί. Η ακαταστασία τού καιρού δεν έχει προηγούμενο. Ο χειμώνας ήρθε. Αέρας δυνατός, χα­λάζι και χιόνι στις κορυφές των βουνών. Το κρύο ανυπόφορο. Στη Βόρειο Ήπειρο, απέναντι μας πυκνή ομίχλη. Με την πρώ­τη καμπάνα ο καιρός ηρέμησε. Πειθάρχησε στη φωνή της μη­τέρας Εκκλησίας, στη φωνή του Θεού που φτάνει ολοκάθαρη στους σκλαβωμένους αδελφούς.

Σήμερα για εκείνους σημαίνω

...

15 Δεκεμβρίου, Πέμπτη. Ο χειμώνας κατηφορίζει από τις κορυφές των βουνών. Οι γέροντες με διαβεβαιώνουν ότι στα χρόνια μας δεν παραπέφτει χιόνι, όπως παλιά. Άλλαξαν οι καιροί. Αλλά και οι άνθρωποι άλλαξαν, συμπληρώνω. Συμ­φωνούν οι ενορίτες μου και κουνούν το κεφάλι τους.


Χωρίς δοσοληψίες

Δυο είναι τα σημαντικότερα γεγονότα του χωριού: η άφιξη και η αναχώρηση του λεωφορείου και το λάλημα της τρομπέτας τού ταχυδρόμου.

Ο ταχυδρόμος όταν φέρνει τις συντάξεις, κάνει ...απογραφή πληθυσμού. Σχεδόν όλοι παίρνουν κάποια σύντα­ξη. Είναι και δική μου ελπίδα ο αγροτικός διανομέας. Διατηρώ αλληλογραφία με πολλούς και λαβαίνω πολλά θρησκευτικά πε­ριοδικά και εφημερίδες. Άργησα να καταλάβω ότι αυξήθηκε η αλληλογραφία μου από την ανάγκη να επικοινωνήσω. Ώρες ώρες νιώθω αυτή την ανάγκη πιο έντονα, καθώς κυλάει το ημερονύκτιο μονότονα και πληκτικά.

Μαστίγωμα της ψυχής η απομόνωση. Δε βρίσκω άνθρωπο να δώσω και να πάρω. Ευτυχώς Κύριέ μου που είσαι πάντα πρόθυμος να συναλλάσσομαι μαζί Σου. Από τους ανθρώπους δεν έχω απαντοχή. Ζουν χωρίς πνευματικές συγκινήσεις.


Ο ψάλτης μου

Από μικρό παιδί στο αναλόι. Γόνος Ιερατικής οικογένειας. Είναι ογδόντα χρονών και από την εκκλησία είναι άκοπος. Τα τελευταία δέκα χρόνια δε βλέπει να διαβάσει ούτε και δια­κρίνει πρόσωπα. Γνωρίζει όμως όλους τους ανθρώπους από τη φωνή.

Ο ψάλτης μου στην εκκλησία είναι απόλαυση. Έχει κα­θαρή και ωραία φωνή. Ξέρει την τάξη και τον βοηθάει πολύ η μνήμη του. Ψάλλει πολλά τροπάρια άπ' έξω και δεν παραλείπει ούτε ένα αμήν. Τον χαίρομαι που έρχεται προτού να αρχίσω τον εξάψαλμο. Συχνά διορθώνει τον βοηθό του κι αυτό με κάνει να τον θαυμάζω.

Σε άλλα χωριά όλα ψάλλονται στον ανώνυμο πλάγιο ήχο. Εδώ ο ψάλτης μου τα λέει στον ήχο τους. Δυστυχώς δε φαί­νεται να έρχεται ισάξιος διάδοχος του στο αναλόι.


Ένα δράμα

Είχα τελειώσει τον εσπερινό, όταν ένα πράσινο αυτοκί­νητο σταμάτησε στην εκκλησία. Ήταν τρεις άνθρωποι, ένας άντρας και δυο γυναίκες (αδελφές) από την πρώτη μου ενορία. Κάτι τους απασχολούσε και ήθελαν πνευματική βοήθεια. Μου είπαν τον πόνο τους.

Το κορίτσι της μιας γυναίκας προ τριών ετών παντρεύτηκε και χώρισε. Νοίκιασε άλλο σπίτι και ζει μόνο του. Η μάνα έβγαλε όλο τον καημό της. Μου είπε περισσότερα άπ' όσα θα μπορούσε να πει στον άντρα της. Μου ζήτησε να κάνω παρα­κλήσεις για να ενωθεί το αντρόγυνο. Η προθυμία μου την ξε­κούρασε ψυχικά, έφυγε κάτι που πίεζε την ψυχή της. Οι επισκέπτες μου αναχώρησαν σε λίγη ώρα κι εγώ αισθάνθηκα την Ιερωσύνη μου πολύ βαριά. Δεν είναι μικρή υπόθεση να σου αντιθέτουν την επούλωση πληγών, όταν μάλιστα οι τραυματι­σμένοι δεν ζήσανε ποτέ τη χαρά της πίστης.

Σε σένα Κύριε, μεταφέρω τον πόνο των γονιών και τη δυστυχία των κλονισμένων συζύγων. Κύριε, βοήθησε αυτούς που δε σε έχουν αγαπήσει.


Παραμονή Θεοφανείων 1981

Έχω δυο χρόνια να περάσω από τα σπίτια των ενοριτών μου. Οι παγωνιές και οι κακοκαιρίες με εμπόδισαν. Φέτος ο καιρός είναι καλοκαιρινός. Μετά την πρωινή ακολουθία και τον Μέγα Αγιασμό εξήλθε ο τίμιος Σταυρός.

Στην περιοδεία μου αυτή αισθάνθηκα χαρά, γιατί όλοι οι ενορίτες μου με περίμεναν. Η πίστη είναι ριζωμένη στο λαό μας, θέλει ωστόσο συστηματική καλλιέργεια.

Σημειώνω τις ζωηρότερες εντυπώσεις μου:

α. Σε σπίτι πονεμένο

Μόλις χτύπησαν την πόρτα τα τρία παιδιά που με συνό­δευαν, βγήκε η νοικοκυρά ταραγμένη και ανήσυχη· Με απότομο νόημα τα έδιωξε. Νόμισε ότι πήγαν για να πουν τα κάλαντα. Σαν με είδε όμως, στάθηκε και άνοιξε τις εσωτερικές πόρτες. Μπήκα και στο δωμάτιο όπου κείτονταν ο ασθενής, ψάλλοντας το τροπάρι. Ράντισα και περίμενα να αγιάσω το γέροντα. Μά­ταια όμως. Κοιμότανε βαθιά. Η επάρατη αρρώστια μέρα με τη μέρα τον έλυωνε. Θυμήθηκα την αίτηση της θείας Λειτουργίας: να είναι τα τέλη της ζωής μας χριστιανικά και ανώδυνα. Οι σπιτικοί είχαν ζωγραφισμένη στο πρόσωπο τους την πίκρα του θανάτου. Στην ψυχή του ασθενούς δεν είχε κατοικήσει ενεργούσα πίστη. Από τις συζητήσεις που είχα κάνει μαζί του, προτού να αρρωστήσει, είχα διαπιστώσει την ...πίστη του στην πολιτική. Δεν άντεχε επίσης να ακούει κήρυγμα.

β. Οι αδελφές

Δύο γερόντισσες ολομόναχες. Η μεγαλύτερη είναι 101 χρονών. Πρόσφατα χτύπησε σοβαρά στο πόδι της και την έφτασε μέχρι την Αθήνα η αδελφή της, πού είναι 85 χρονών. Τελικά δε συμφώνησαν για εγχείρηση και ξαναγύρισαν στο σπί­τι τους. Ή αιωνόβια γριά έμεινε πια κατάκοιτη. Είναι όμως ήσυχη, δεν πονάει, δεν έχει απαιτήσεις και τρώει καλούτσικα. Την περιποιείται η αδελφή της υπομονετικά. Το δωμάτιο είναι καθαρό και το τζάκι καίει όλο το μερόνυχτο. Πρόκειται για έναν αδελφικό άθλο. Έρχομαι συχνά σε τούτο το σπίτι και κοινωνώ τις δύο αδελφές.

γ. Χαρίκλω η απλοϊκή

Ζει σε ένα φτωχικό σπιτάκι. Για να περάσεις μέσα χρειά­ζεται να σκύψεις πολύ και να ...χαιρετήσεις πρώτα την κατσίκα πού έχει η μακω-Βαγγέλαινα. Το σπιτικό της αποτελείται από δύο μικρά δωμάτια. Το καντήλι της αναμμένο πάνω στο τζάκι. Με υποδέχεται με πολλή χαρά. Με ευχαριστεί θερμά. Μου δίνει ατέλειωτες ευχές. Η Χαρίκλω είναι μια κοντούλα γυναίκα. Ήσυχη, άκακη, καλοκάγαθη. Κάθε βράδυ σταυροκοπιέται γυ­ρίζοντας προς όλα τα μέρη όπου υπάρχουν βακούφια (εξωκκλήσια) και προσεύχεται. Ζει ολομόναχη με λίγες μέριμνες, πολλή καλοσύνη και με τη νοσταλγία της Βορείου Ηπείρου, πού είναι η ιδιαίτερη πατρίδα της.


Επίλογος

Υπάρχουν και άλλες σελίδες στο ημερολόγιό μου. Ίσως κάποια άλλη φορά μού δοθεί η ευκαιρία να τις δημοσιεύσω. Αρκούμαι τώρα σ' αυτές και εύχομαι ν' αλλάξουν κάποτε τα πράγματα, να ζωντανέψουν οι ακριτικές ενορίες και να βρε­θούν καλύτεροι από μένα ποιμένες.





Από τον συλλογικό τόμο: «ΕΝΟΡΙΑ: ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ»

Πρώτη Έκδοση: Μάρτιος 1991 Πρώτη Ανατύπωση Σεπτέμβριος 1993

© ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΙΤΑΣ.


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com

17 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου